του George Friedman
Οι απευθείας συνομιλίες ΗΠΑ-Ρωσίας και το déjà vu του Ψυχρού Πολέμου. Ποιοι είναι οι σχεδιασμοί των Ρώσων και γιατί δεν θέλουν νέο διαμελισμό της Ουκρανίας. Η στρατηγική των ΗΠΑ, η κατακερματισμένη Ευρώπη και η... δοκιμασμένη συνταγή.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης διαπραγματεύονταν σε τακτική βάση το αποτέλεσμα κρίσεων και τη μοίρα χωρών. Έχει περάσει πολύς καιρός από την τελευταία φορά που έγιναν τέτοιες συνομιλίες, ωστόσο η περασμένη εβδομάδα άφησε μια αίσθηση déjà vu. Αμερικανοί και Ρώσοι διαπραγματεύονταν πάνω απ' όλους τους άλλους προκειμένου να βρουν τρόπο να αποκλιμακώσουν την κρίση στην Ουκρανία και, στο πλαίσιο αυτό, να διαμορφώσουν τη μοίρα της χώρας.
Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα κατέστησε σαφές ότι η Ουάσιγκτον δεν έχει καμία πρόθεση να διευρύνει το ΝΑΤΟ ούτε στην Ουκρανία, ούτε στη Γεωργία. Οι Ρώσοι έχουν δηλώσει πως δεν έχουν καμία πρόθεση για περαιτέρω στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία. Ο διάλογος μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, και των ΗΠΑ, Τζον Κέρι, υπήρξε εκτενής και συνεχόμενος. Για διάφορους λόγους, καμία πλευρά δεν θέλει να συνεχιστεί η κρίση και η κάθε μία έχει διαφορετική ανάγνωση της κατάστασης. Ε
Η οπτική γωνία της Ρωσίας
Οι Ρώσοι είναι πεπεισμένοι ότι η εξέγερση στο Κίεβο υποκινήθηκε από δυτικές μυστικές υπηρεσίες που στήριζαν μη κυβερνητικές οργανώσεις και πως χωρίς αυτό οι διαδηλώσεις θα είχαν σταματήσει και η κυβέρνηση θα είχε επιβιώσει. Αυτό δεν είναι ένα νέο αφήγημα από την πλευρά της Ρωσίας, που είχε υποστηρίξει ότι η Πορτοκαλιά Επανάσταση είχε τις ίδιες ρίζες. Η Δύση το αρνείται. Αυτό που εμφανίζεται σημαντικό είναι ότι το πιστεύουν οι Ρώσοι. Αυτό σημαίνει πως πιστεύουν ότι οι μυστικές υπηρεσίες της Δύσης έχουν την ικανότητα να αποσταθεροποιήσουν την Ουκρανία και πιθανότατα κι άλλες χώρες στη ρωσική σφαίρα επιρροής, ή ακόμα και την ίδια τη Ρωσία. Και αυτό καθιστά τους Ρώσους επιφυλακτικούς έναντι της αμερικανικής ισχύος.
Οι Ρώσοι επίσης δεν έχουν πειστεί ότι πρέπει να κάνουν κάτι. Πέραν της θεωρίας τους για τις μυστικές υπηρεσίες της Δύσης, γνωρίζουν πως οι Ουκρανοί είναι κατακερματισμένοι και πως το να καθοδηγείς μια εξέγερση είναι πολύ διαφορετικό από το να κυβερνάς μια χώρα.
Οι Ρώσοι έχουν αυξήσει την τιμή του φυσικού αερίου κατά 80% για την Ουκρανία, και το πρόγραμμα διάσωσης της Ουκρανίας από το ΔΝΤ περιλαμβάνει σημαντική κοινωνική και οικονομική οδύνη. Καθώς η οδύνη αυτή θα αρχίσει να γίνεται αισθητή αυτό το καλοκαίρι, και η ρομαντική ανάμνηση της εξέγερση θα αρχίσει να ξεθωριάζει, οι Ρώσοι εκτιμούν πως θα υπάρξει βίαιη αντίδραση κατά της Δύσης ενώ θα χρησιμοποιήσει και τη δική της επιρροή -ανοικτή και συγκεκαλυμμένη- για να διαμορφώσει την ουκρανική κυβέρνηση.
Η κατάληψη της ανατολικής Ουκρανίας δεν θα άφηνε να εξελιχθεί αυτή η στρατηγική. Οι Ρώσοι θέλουν οι φιλορωσικές περιοχές να ψηφίσουν στις ουκρανικές εκλογές, στέλνοντας μια ισχυρή αντιπολίτευση στο Κίεβο. Η αποκοπή μέρους ή ολόκληρης της ανατολικής Ουκρανίας θα ήταν παράλογη.
Υπάρχουν και άλλες επιλογές για τους Ρώσους, οι οποίες δεν είναι ελκυστικές. Έγινε λόγος για δράση στη Μολδαβία από την Υπερδνειστερία. Όμως, αν και είναι δυνατόν οι ρωσικές δυνάμεις να ενεργήσουν στη Μολδαβία, οι προμήθειες για την περιοχή περνούν μέσα από την Ουκρανία. Στην περίπτωση σύγκρουσης, οι Ρώσοι θα πρέπει να υποθέσουν ότι οι Ουκρανοί θα αρνηθούν την πρόσβαση. Οι Ρώσοι θα μπορούσαν πιθανότατα να χρησιμοποιήσουν βία, όμως τότε μια μετρημένη δράση στη Μολδαβία θα έφερνε ως αποτέλεσμα την εισβολή στην Ουκρανία.
Είναι πιθανή η ανάληψη δράσης στη Βαλτική. Το Κρεμλίνο θα ενθάρρυνε τις ρωσικές μειονότητες να βγουν στους δρόμους. Όμως η Βαλτική είναι στο ΝΑΤΟ και η απάντηση θα ήταν απρόβλεπτη. Οι Ρώσοι θέλουν να διατηρήσουν τη σφαίρα επιρροής τους στην Ουκρανία χωρίς να σπάσουν τους εμπορικούς και πολιτικούς δεσμούς με την Ευρώπη, ιδιαίτερα με τη Γερμανία. Η μετακίνηση Ρώσων στρατιωτών στη Βαλτική θα δημιουργούσε πρόβλημα στη σχέση της Ρωσίας με την Ευρώπη.
Οι διαπραγματεύσεις για την άμβλυνση της κρίσης έχουν λογική για τους Ρώσους, λόγω των κινδύνων που ενέχουν οι άλλες πιθανές ενέργειες αλλά και διότι θεωρούν ότι μπορούν να ανακτήσουν την επιρροή τους στην Ουκρανία όταν χτυπήσει η οικονομική κρίση και αρχίσουν να μοιράζουν ρευστό για να αμβλύνουν τον πόνο.
Η οπτική γωνία των ΗΠΑ
Οι ΗΠΑ θεωρούν πως οι Ρώσοι έχουν δύο μοχλούς. Στρατιωτικά, οι Ρώσοι είναι ισχυρότεροι απ' ό,τι οι Αμερικάνοι στην περιοχή τους. Οι ΗΠΑ δεν είχαν καμία ουσιαστική στρατιωτική επιλογή στην Κριμαία, όπως δεν είχαν καμία και στη Γεωργία το 2008. Οι ΗΠΑ θα χρειάζονταν μήνες για να ενισχύσουν τις δυνάμεις τους στην περίπτωση μεγάλης σύγκρουσης στην Ευρασία. Η προετοιμασία της Καταιγίδας της Ερήμου χρειάστηκε έξι μήνες, και η εισβολή στο Ιράκ το 2003 χρειάστηκε παρόμοια προετοιμασία. Με ένα τέτοιο χρονοδιάγραμμα, οι Ρώσοι θα είχαν πετύχει τους στόχους τους και η μόνη επιλογή που θα είχαν οι Αμερικάνοι θα ήταν μια αδύνατη επιλογή: να ηγηθούν μιας εισβολής σε ρωσοκρατούμενα εδάφη. Οι Αμερικάνοι δεν θέλουν οι Ρώσοι να ασκήσουν στρατιωτικές επιλογές, διότι θα αποκάλυπταν την ανικανότητα των ΗΠΑ να προχωρήσουν σε έγκαιρη απάντηση. Παράλληλα αυτό θα φανέρωνε τις αδυναμίες του ΝΑΤΟ.
Οι Αμερικάνοι επίσης δεν θέλουν να δοκιμάσουν τους Γερμανούς, αφού δεν γνωρίζουν προς ποια κατεύθυνση θα κινηθεί το Βερολίνο. Από μια άποψη, οι Γερμανοί ήταν αυτοί που ξεκίνησαν την κρίση, αντικρούοντας την άρνηση των Ουκρανών να προχωρήσουν τη διαδικασία με την Ε.Ε. και στηρίζοντας έναν από τους ηγέτες της εξέγερσης τόσο πριν, όσο και μετά τις διαδηλώσεις. Έκτοτε όμως, οι Γερμανοί έχουν σιωπήσει και το άτομο το οποίο υποστήριζαν, ο Βιτάλι Κλίτσκο, έχει αποχωρήσει από την κούρσα για την προεδρία της Ουκρανίας. Οι Γερμανοί έχουν κάνει πίσω.
Οι Γερμανοί δεν θέλουν να ξεσπάσει μικρός Ψυχρός Πόλεμος. Οι συνεχιζόμενες συγκρούσεις στα ανατολικά τους θα υπερτόνιζαν την αστάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα μπορούσαν να αναγκάσουν τη Γερμανία να προχωρήσει σε πιο επιθετικές ενέργειες στις οποίες πραγματικά δεν θέλει να προχωρήσει.
Το Βερολίνο είναι πολύ απασχολημένο με το να προσπαθεί να σταθεροποιήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και να συγκρατήσει τη Νότια και Κεντρική Ευρώπη ώστε να μην καταρρεύσουν λόγω της οικονομικής εξάρθρωσης και της ανάδυσης μιας όλο και πιο ορατής ακροδεξιάς. Δεν χρειάζεται και μια μονομαχία με τη Ρωσία. Οι Γερμανοί παίρνουν το ένα τρίτο της ενέργειάς τους από τη Ρωσία. Είναι αμοιβαίο το συμφέρον, όμως οι Γερμανοί δεν είναι σίγουροι ότι η Ρωσία θα δει και αυτή τα αμοιβαία συμφέροντα κατά τη διάρκεια μιας κρίσης. Είναι ένα ρίσκο που δεν μπορούν να σηκώσουν.
Αν η Γερμανία είναι προσεκτική, ασχέτως του πώς θα εξελιχθούν τα πάθη στην περιοχή, οι Κεντροευρωπαίοι πρέπει να είναι και αυτοί προσεκτικοί. Η Πολωνία δεν μπορεί, για παράδειγμα, απλώς να αγνοήσει τη Γερμανία. Οι ΗΠΑ μπορεί να δημιουργήσουν διμερείς σχέσεις στην περιοχή, όμως για την ώρα, δεν είναι καθόλου έτοιμες να αναλάβουν δράση, πόσο μάλλον σε μια περιοχή όπου δύο δυνάμεις -η Ρωσία και η Γερμανία- μπορεί να αντιτίθενται στις ενέργειές τους.
Η Ουάσιγκτον, όπως και η Μόσχα, έχει περιορισμένες επιλογές. Ακόμα και αν υποτεθεί ότι οι ρωσικοί ισχυρισμοί για την αμερικανική επιρροή μέσω των μη κυβερνητικών οργανώσεων είναι αληθείς, έχουν ήδη παίξει αυτό το χαρτί και θα είναι δύσκολο να το ξαναπαίξουν καθώς θα γίνεται αισθητή η λιτότητα. Έτσι, τα τελευταία γεγονότα είναι λογικά. Οι Ρώσοι έχουν στραφεί προς τους Αμερικάνους για να συζητήσουν την άμβλυνση της κρίσης, ζητώντας τη δημιουργία μιας ομοσπονδίας στην Ουκρανία, και έχουν υπάρξει προτάσεις για μετάβαση ελεγκτών στην περιοχή.
Η σημασία των διαπραγματεύσεων
Αυτό που έχει περισσότερο ενδιαφέρον είναι ότι, καθώς παίζεται η επόμενη πράξη, οι Ρώσοι και οι Αμερικάνοι έχουν έρθει σε επαφή. Οι Ρώσοι έχουν μιλήσει με τους Ευρωπαίους, βεβαίως, όμως καθώς οι συζητήσεις φθάνουν στο στάδιο του καθορισμού του μέλλοντος και των επιλογών, ο Λαβρόφ τηλεφωνεί στον Κέρι και ο Κέρι απαντά στο τηλέφωνο.
Αυτό μας λέει κάτι σημαντικό για το πώς λειτουργεί ο κόσμος. Ανέλυσα τις αδυναμίες και των δύο χωρών, όμως ακόμα και με αυτές τις αδυναμίες, οι Ρώσοι γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να βγουν από την κρίση χωρίς τη συνεργασία των Αμερικάνων, και οι ΗΠΑ καταλαβαίνουν ότι θα χρειαστεί να συνεργαστούν με τους Ρώσους και δεν μπορούν απλώς να επιβάλουν ένα αποτέλεσμα, όπως έκαναν ορισμένες φορές στην περιοχή τη δεκαετία του 1990.
Μέρος αυτού μπορεί να είναι τα χούγια που αποκτήθηκαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Είναι όμως κάτι περισσότερο από αυτό. Αν οι Ρώσοι θέλουν να καταλήξουν σε λύση για το πρόβλημα της Ουκρανίας, η οποία θα προστατεύει τα εθνικά τους συμφέροντα χωρίς να τους αναγκάζει να κινηθούν πέρα από ένα επίπεδο ρίσκου που θεωρούν αποδεκτό, η μόνη χώρα με την οποία μπορούν να συνομιλήσουν είναι οι ΗΠΑ.Δεν υπάρχει κανένα συγκεκριμένο πρόσωπο στην Ευρώπη που να μιλά εκ μέρους των ευρωπαϊκών κρατών σε θέματα τέτοιας σημασίας.
Οι Βρετανοί μιλούν εκ μέρους των Βρετανών, οι Γάλλοι εκ μέρους των Γάλλων, οι Γερμανοί εκ μέρους των Γερμανών και οι Πολωνοί εκ μέρους των Πολωνών. Στις διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους, πρέπει πρώτα να τους δώσεις το περιθώριο να διαπραγματευτούν μεταξύ τους. Μετά τις συζητήσεις, μεμονωμένες χώρες -ή ίσως η Ευρωπαϊκή Ένωση- μπορεί, για παράδειγμα, να στείλουν ελεγκτές. Όμως η Ευρώπη είναι μια αφηρημένη έννοια σε ό,τι αφορά την πολιτική ισχύος.
Οι Ρώσοι κάλεσαν τους Αμερικάνους διότι καταλαβαίνουν ότι όποια και αν είναι η αδυναμία των ΗΠΑ αυτή τη στιγμή και σε αυτό το σημείο, η πιθανή ισχύς τους είναι σημαντικά μεγαλύτερη από τη δική τους. Σε ένα ζήτημα τέτοιας σημασίας για τους Ρώσους, η αποτυχία διαπραγμάτευσης με τις ΗΠΑ θα ήταν επικίνδυνη, και η διεξαγωγή της διαπραγμάτευσης πρώτα με τους Αμερικάνους είναι ο καλύτερος δρόμος για να επιλυθεί το πρόβλημα.
Μια συμφωνία ΗΠΑ-Ρωσίας για την αποκλιμάκωση της κρίσης πιθανότατα θα έφερνε στη συμφωνία και τους Γερμανούς και τους υπολοίπους. Η Γερμανία θέλει μια λύση που δεν θα εμποδίζει τις σχέσεις με τη Ρωσία και που δεν θα προκαλεί εντάσεις στις σχέσεις με την Κεντρική Ευρώπη. Οι Γερμανοί χρειάζονται τις καλές σχέσεις με τους Κεντροευρωπαίους στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι Αμερικανοί θέλουν τις καλές σχέσεις, όμως προς το παρόν η εξάρτησή τους από την Κεντρική Ευρώπη είναι ελάχιστη. Έτσι, οι Αμερικάνοι δυνητικά μπορούν να δώσουν περισσότερα απ' όσα οι Ευρωπαίοι, ακόμα και αν οι Ευρωπαίοι κατάφερναν να οργανωθούν για να διαπραγματευτούν.
Τέλος, οι ΗΠΑ έχουν παγκόσμια συμφέροντα τα οποία μπορούν να επηρεάσουν οι Ρώσοι. Το Ιράν είναι το εμφανέστερο. Ως εκ τούτου, οι Ρώσοι μπορούν να συνδέσουν τα ζητήματα της Ουκρανίας με τα ζητήματα του Ιράν για να αποκομίσουν μια καλύτερη συμφωνία με τις ΗΠΑ. Μια διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ έχει ελάχιστα οικονομικά συστατικά και τεράστια πολιτικά και στρατιωτικά συστατικά. Υπάρχουν μέρη όπου οι ΗΠΑ θέλουν ρωσική βοήθεια για τέτοια ζητήματα.
Οι αποκλίνουσες ανησυχίες των ΗΠΑ
Το σημαντικότερο είναι ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν ξεκαθαρίσει τι είναι αυτό που θέλουν από τους Ρώσους. Εν μέρει θέλουν να δημιουργήσουν μια συνταγματική δημοκρατία στην Ουκρανία. Οι Ρώσοι στην πραγματικότητα δεν φέρνουν αντίρρηση, αρκεί η Ουκρανία να μην ενταχθεί στο ΝΑΤΟ ή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως οι Ρώσοι αντιλαμβάνονται επίσης πως η δημιουργία μιας συνταγματικής δημοκρατίας στην Ουκρανία είναι ένα τεράστιο και πιθανότατα άγονο εγχείρημα. Γνωρίζουν πως η κυβέρνηση είναι χτισμένη πάνω σε ένα επικίνδυνα μεταβαλλόμενο οικονομικό και κοινωνικό έδαφος. Υπάρχουν ορισμένοι στην αμερικανική κυβέρνηση που ανησυχούν μήπως η Ρωσία αναδυθεί ως περιφερειακός ηγεμόνας και υπάρχουν άλλοι στην αμερικανική κυβέρνηση που εξακολουθούν να έχουν εμμονή με τη Μέση Ανατολή, που βλέπουν τους Ρώσους ως ανταγωνιστές εκεί, ενώ άλλοι τους βλέπουν ως πιθανούς εταίρους.
Όπως συμβαίνει ορισμένες φορές στις ΗΠΑ, υπάρχει μια περίπλοκη ιδεολογική και θεσμική ποικιλία. Το υπουργείο Εξωτερικών και το υπουργείο Άμυνας σπανίως βλέπουν τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο, και διαφορετικές υπηρεσίες από το κάθε υπουργείο έχουν συχνά αντικρουόμενες απόψεις. Και μετά υπάρχει και το Κογκρέσο. Έτσι, από κάποιες απόψεις, οι ΗΠΑ είναι το ίδιο δύσκολο να διαπραγματευτούν όσο και η Ευρώπη. Όμως παράλληλα ανοίγει και ευκαιρίες για χειραγώγηση στην πορεία των διαπραγματεύσεων.
Ωστόσο, σε περιπτώσεις υψίστης εθνικής σημασίας, όποιες και αν είναι οι διαφορές στις απόψεις, στο τέλος ο πρόεδρος η κάποια άλλο κυρίαρχο πρόσωπο μπορεί να μιλήσει με εξουσία. Στην περίπτωση αυτή φαίνεται πως ο Κέρι είναι αυτός που, παρά τις αντικρουόμενες απόψεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την πολιτική της εξουσίας, μπορεί να μιλά εκ μέρους της μοναδικής δύναμης που μπορεί να εισέλθει στη συμφωνία και να δημιουργήσει τον συνασπισμό στην Ευρώπη και στο Κίεβο, που θα αποδεχθούν τη συμφωνία.
Η Ρωσία υπέστη μια τεράστια ανατροπή μετά την πτώση του πρώην Ουκρανού προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς. Δεν ενήργησε τόσο ως προς την κατεύθυνση της αναστροφής της ήττας, όσο προς την κατεύθυνση της διαμόρφωσης των αντιλήψεων για την ισχύ της.
Η ισχύς της Μόσχας είναι πραγματική, όμως ανεπαρκής να αναστρέψει άμεσα τα γεγονότα με την κατάληψη του Κιέβου. Θα χρειαστεί να εκμεταλλευτεί την οικονομική αδυναμία, τον πολιτικό κατακερματισμό της Ουκρανίας αλλά και τον χρόνο, για να επαναβεβαιώσει τη θέση της. Για να το πράξει αυτό, χρειάζεται μια διαπραγματευμένη λύση που ελπίζει ότι θα την ξεπεράσουν τα γεγονότα. Για να έχει αυτήν τη λύση, η Μόσχα χρειάζεται έναν σημαντικό εταίρο στις διαπραγματεύσεις. Οι ΗΠΑ είναι ο μόνος διαθέσιμος. Και, παρά την περιπλοκότητα και τις παραξενιές της, εάν πειστεί να ενεργήσει, μόνο η Αμερική μπορεί να παράσχει τη σταθερή πλατφόρμα που χρειάζεται τώρα η Ρωσία.
Οι ΗΠΑ δεν είναι έτοιμες να ομολογήσουν ότι έχουν εισέλθει σε μια περίοδο κατά την οποία ο ανταγωνισμός με τη Ρωσία θα αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην εξωτερική τους πολιτική. Η εσωτερική λογική της Αμερικής δεν είναι επικεντρωμένη στη Ρωσία, ούτε όμως είναι ευθυγραμμισμένα και τα εσωτερικά γραφειοκρατικά συμφέροντα.
Υπάρχει ένα ακόμα επιχείρημα, και αυτό είναι ότι δεν είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ να τερματίσουν την κρίση στην Ουκρανία, ότι το να επιτραπεί στη Ρωσία να μπει βαθύτερα στο ουκρανικό τέλμα θα αποστραγγίξει τη δύναμή της και θα αποτρέψει τον αναδυόμενο ανταγωνισμό πριν καν ξεκινήσει. Όμως οι ΗΠΑ λειτουργούν με τις δικές τους διαδικασίες και δεν είναι ακόμα έτοιμες να σκεφτούν σε όρους αποδυνάμωσης της Ρωσίας, και δεδομένης της σχετικής απομόνωσής τους, η αναβολή δεν είναι κακή ιδέα.
Έτσι, οι διαπραγματεύσεις δείχνουν να είναι υποσχόμενες. Όμως, το σημαντικότερο είναι ότι οι Ρώσοι μας έχουν δείξει τον τρόπο με τον οποίον συνεχίζει να λειτουργεί ο κόσμος. Όταν κάτι πρέπει να γίνει, αυτές που παίρνεις τηλέφωνο συνεχίζουν να είναι οι ΗΠΑ.".