Ρεπορτάζ: Δώρα Μαυρομάτη - Δ. Τσουπαρόπουλος - Γ. Τριανταφύλλου
Υπό τη βασική παραδοχή ότι το ενδεχόμενο ελεγχόμενης χρεοκοπίας της χώρας μας δεν έχει απολύτως καμία σχέση με χρεοκοπία, μπορεί να δικαιολογήσει κανείς τη σπουδή του υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγ. Βενιζέλου να μην χρησιμοποιεί ελληνικούς όρους που «τρομάζουν» τον κόσμο... Γι' αυτό ακριβώς προέκυψαν σιγά-σιγά στο λεξιλόγιό μας όροι, όπως «rollover» «selected default», «controled default».
Πρόκειται για τη μετακύλιση χρέους (παράταση αποπληρωμής ομολόγων), για την επιλεκτική χρεοκοπία (καθυστέρηση στην αποπληρωμή κάποιων, αλλά όχι όλων, των ομολόγων) και το επικρατέστερο πλέον σενάριο για την ελληνική περίπτωση, η ελεγχόμενη χρεοκοπία.
Το γαϊτανάκι των δηλώσεων που έχει στηθεί τις τελευταίες ημέρες γύρω από την ελεγχόμενη χρεοκοπία προδίδει τις αυξημένες πιθανότητες εφαρμογής της λύσης αυτής σε ό,τι αφορά διαχειρισιμότητα του ελληνικού χρέους.
Το γαϊτανάκι των δηλώσεων που έχει στηθεί τις τελευταίες ημέρες γύρω από την ελεγχόμενη χρεοκοπία προδίδει τις αυξημένες πιθανότητες εφαρμογής της λύσης αυτής σε ό,τι αφορά διαχειρισιμότητα του ελληνικού χρέους.
Οι τρεις βασικές παραδοχές της λύσης έχουν πρωτίστως να κάνουν με τη διατήρηση της χώρας εντός της ευρωζώνης, το δραστικό κούρεμα του δημοσίου χρέους και κυρίως την ύπαρξη ικανών πρωτογενών πλεονασμάτων που θα στηρίξουν τις εγχώριες ανάγκες αλλά και την ομαλή εξυπηρέτηση εκείνου του μέρους του χρέους που θα απομείνει. Σε καμία περίπτωση όμως η ελεγχόμενη χρεοκοπία δεν συνιστά πτώχευση της ελληνικής οικονομίας.
Η Ελλάδα θα συνεχίσει να εξυπηρετεί κανονικά το τμήμα του χρέους που δεν διαγράφηκε, θα κληθεί όμως να ακολουθήσει μία περιοριστική πολιτική λιτότητας με λελογισμένη ρευστότητα, χωρίς ωστόσο να κινδυνεύουν οι καταθέσεις, που θα εξακολουθήσουν να παραμένουν εγγυημένες.
Η μεγάλη πίεση όμως θα ασκηθεί στο εσωτερικό της χώρας, καθώς το Δημόσιο αρχικά δεν θα έχει τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων από την αγορά και θα πρέπει να καταβάλει τις υποχρεώσεις του (μισθούς, συντάξεις, πληρωμές προς τρίτους) με ίδιους πόρους και αφού πρώτα έχει τακτοποιήσει τις υποχρεώσεις προς τους δανειστές. Αυτό σημαίνει ότι το Δημόσιο θα πρέπει, μέχρι τότε, να έχει μικρύνει τόσο, ούτως ώστε όχι μόνον να μην παράγει νέο χρέος αλλά και να τροφοδοτεί την ίδια τη λειτουργία του. ....................................................Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι κατά την πρώτη περίοδο εφαρμογής μίας ελεγχόμενης χρεοκοπίας και έως ότου επιτευχθούν θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης, θα εφαρμοσθεί μία, χρονικά περιορισμένη, στάση πληρωμών στο εσωτερικό της χώρας με καθυστερήσεις στην καταβολή μισθών, συντάξεων και πάσης φύσεως οφειλών αλλά και επιστροφών φόρων.
Θα υπάρξει, με άλλα λόγια, μία «προβλεπόμενη» αθέτηση υποχρεώσεων από πλευράς Δημοσίου, για όσο χρονικό διάστημα απαιτηθεί για την ανάκαμψη της οικονομίας και κυρίως των δημοσίων εσόδων.
Στο μεσοδιάστημα, δε, θα πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες για επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, της αναδόμησης της δημόσιας διοίκησης και του φορολογικού μηχανισμού.
Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα αυξάνει την αναγκαστική εξάρτησή της από τους δανειστές της, οι οποίοι προκειμένου να αποδεχθούν το κούρεμα θα ζητήσουν σημαντικές εγγυήσεις και όχι μόνον εγχρήματες.
ΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ ΤΟΥ «ΚΟΥΡΕΜΑΤΟΣ»
Σε ένα σενάριο δραστικού κουρέματος του ελληνικού χρέους κατά 50% στο πλαίσιο του υφιστάμενου σχεδίου συμμετοχής των ιδιωτών στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, δηλαδή του PSI, το σοκ για τις ελληνικές τράπεζες θα είναι πολύ ισχυρό και καθοριστικό για τις εξελίξεις στο σύστημα.
Σήμερα οι ζημιές από τη συμμετοχή στο PSI με βάση τα αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ανέρχονται σε περίπου 5 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό προκύπτει από το υφιστάμενο σχέδιο το οποίο περιλαμβάνει ομόλογα λήξης μέχρι το 2020 και με βάση τον στόχο για συμμετοχή 90% αφορά σε ομόλογα ύψους 135 δισ. ευρώ.
Μεγαλύτερο haircut της τάξης του 50% στο υφιστάμενο πλαίσιο, δηλαδή στα ομόλογα λήξης μέχρι το 2010, θα σημάνει, σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζικών παραγόντων, ζημιές επιπλέον 10 δισ. ευρώ, άρα συνολικά το τραπεζικό σύστημα θα υποστεί ζημιές ύψους περίπου 15 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό είναι προφανές ότι, ιδιαίτερα υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν είναι διαχειρίσιμο και οι ελληνικές τράπεζες θα αντιμετωπίσουν άμεσα τεράστιο κεφαλαιακό πρόβλημα.
Οι τεράστιες αυτές κεφαλαιακές ανάγκες είναι μάλλον αδύνατον να καλυφθούν από τους μετόχους.
Το πρόβλημα αυτό θα τις οδηγήσει άμεσα να αναζητήσουν την κεφαλαιακή ενίσχυση στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, δηλαδή θα τις οδηγήσει στην κρατικοποίησή τους που θα σημάνει και την απαξίωση των μετοχών των παλαιών μετόχων. Και πλέον μιλάμε για κρατικοποίηση όλου του τραπεζικού συστήματος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι για τους καταθέτες των τραπεζών όλη αυτή η διαδικασία δεν θα έχει συνέπειες, καθώς και στο πλαίσιο του ΤΧΣ οι καταθέσεις είναι εγγυημένες.
Αν, όμως, για τις τράπεζες υπάρχει η έστω και επώδυνη λύση του ΤΧΣ, δεν συμβαίνει το ίδιο και για τα ασφαλιστικά ταμεία τα οποία σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα αντιμετωπίσουν δραματικό πρόβλημα το οποίο δεν αντιμετωπίζεται. Αναγκαστικά τα ασφαλιστικά ταμεία θα πρέπει να μειώσουν τις συντάξεις και επειδή οι συντάξεις είναι εγγυημένες από το κράτος, οι κρατικές δαπάνες θα αυξηθούν. Ανοίγει λοιπόν ο δρόμος για δραστικές αλλαγές συνολικά στο συνταξιοδοτικό σύστημα, ώστε να συγκρατηθούν οι κρατικές δαπάνες σε επίπεδα που να είναι συμβατά και με τις δυνατότητες αλλά και τους δημοσιονομικούς περιορισμούς που ήδη υπάρχουν.
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΚΤΟΣ ΣΥΝΟΡΩΝ
Οι επιπτώσεις, όμως, της εφαρμογής ενός τέτοιου σεναρίου δεν είναι μόνο ελληνική υπόθεση. Οπως ήδη έχει φανεί κατά τη διαδικασία του PSI, το haircut στα ελληνικά ομόλογα είναι εξίσου θέμα των ευρωπαϊκών τραπεζών αλλά και της ευρωζώνης ευρύτερα, καθώς οι ζημιές των ευρωπαϊκών τραπεζών δημιουργούν ζητήματα ανακεφαλαιοποίησης και στήριξης από τις κυβερνήσεις με συνέπειες ευρύτερα στις οικονομίες των χωρών.
Βεβαίως, ήδη το ποσοστό 21% έχει αφομοιωθεί με τις αντίστοιχες διαγραφές, ενώ ορισμένες τράπεζες έχουν κάνει μεγαλύτερες διαγραφές και έχουν λάβει τα μέτρα τους αφομοιώνοντας και τις ζημιές. Πέραν αυτού, οι ευρωπαϊκές τράπεζες, κυρίως οι γερμανικές και οι γαλλικές, έχουν περιορίσει την έκθεσή τους σε ελληνικά ομόλογα. Ενα haircut της τάξης του 50%, δηλαδή υπερδιπλάσιο του αρχικού 21%, ασφαλώς θα έχει επίσης σοβαρές επιπτώσεις συνολικά στο ευρωπαϊκό σύστημα. Θα θέσει δε άμεσα θέμα ανακεφαλαιοποίησης.
Εντούτοις, σε υψηλό επίπεδο ΕΕ αλλά και διεθνώς ήδη συζητούνται μέτρα για να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες αυτές όχι αναγκαστικά λόγω του ελληνικού haircut αλλά ευρύτερα λόγω της ανάγκης στήριξης του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος που κλυδωνίζεται έντονα υπό την πίεση της γενίκευσης της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του G20 σύμφωνα με την οποία οι χώρες αναλαμβάνουν να προχωρήσουν σε όλες τις απαραίτητες κινήσεις, ώστε να διατηρηθεί η σταθερότητα των τραπεζικών συστημάτων και των κεφαλαιαγορών, ενώ θα εξασφαλιστεί και ότι οι τράπεζες θα έχουν επαρκή κεφαλαιοποίηση και επαρκή πρόσβαση σε χρηματοδότηση ώστε να αντιμετωπίσουν τους υπάρχοντες κινδύνους.
Θα πρέπει, πάντως, να σημειωθεί ότι, όπως επισημαίνουν τραπεζικοί παράγοντες, η λύση του 50% στο χρέος που εμπίπτει στο PSI δεν λύνει το μακροπρόθεσμο πρόβλημα βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Μία ριζική λύση που θα απελευθέρωνε την ελληνική οικονομία οριστικά από τα βαρίδια του χρέους θα ήταν ένα γενναίο haircut της τάξης του 40% - 50% στο σύνολο του χρέους. Αυτό σημαίνει ότι από περίπου 350 δισ. ευρώ που είναι σήμερα το χρέος, θα μπορούσε να μείνει στο 175%, επίπεδο που είναι κάτω από το 100% του ΑΕΠ.
Ασφαλώς κάτι τέτοιο μπορεί να υλοποιηθεί μόνο σε ένα πλαίσιο απολύτως προσυμφωνημένο και εγγυημένο από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς στο πλέον υψηλό επίπεδο. Πρόκειται όμως για μία απόφαση που απαιτεί τεράστια υπέρβαση και πολύ σοβαρές πολιτικές αποφάσεις σε επίπεδο ΕΕ, καθώς οι επιπτώσεις, όπως σημειώθηκε, στις ευρωπαϊκές οικονομίες δεν είναι αμελητέες. Επίσης απαιτεί σοβαρές αλλαγές στην πολιτική της ΕΚΤ και βεβαίως νέο διευρυμένο ρόλο για το EFSF.
Κέρδος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου