............................................
Δεύτερο ερώτημα, πιο δύσκολο να απαντηθεί, είναι η διάκριση της πολιτικής διάστασης στην τρέχουσα κρίση. Όπως λέει και το όνομά του, το «δημόσιο χρέος» είναι «δημόσιο», είναι κρατικό, αφορά δηλαδή το κάθε κράτος-μέλος χωριστά. Τα κράτη-μέλη είναι οι μόνοι υπεύθυνοι για την υπερχρέωσή τους -και τις επιπτώσεις της. Η κρίση χρέους δεν είναι μια κρίση ευρωπαϊκή, παρά μόνο στο βαθμό που ορισμένα κράτη-μέλη κρύφτηκαν πίσω από το ευρωπαϊκό παραπέτασμα για να μπορούν να παραβιάζουν τις επιταγές της χρηστής διαχείρισης των εθνικών τους λογαριασμών, για την οποία ήταν πλήρως υπεύθυνα. Αν σε μια πολυκατοικία κάποιοι συνιδιοκτήτες ή ένοικοι δε συμπεριφέρονται κόσμια και δεν καταβάλουν τα κοινόχρηστα που τους αναλογούν, βλάπτεται ολόκληρη η κοινότητα. Το ίδιο συμβαίνει και στο επίπεδο της Ευρώπης. Το ευρώ είναι σπουδαίο νόμισμα και αμύνεται αξιοπρεπώς, αλλά εκφράζει μια Ευρώπη που διοικείται από ανεπαρκώς συντονισμένα κράτη-μέλη και υποφέρει από την αδιαφορία ορισμένων και την απουσία πειθαρχίας όλων. Πάντως στο εδώλιο κάθεται το «σύστημα του ευρώ». Όπου «σύστημα» ένας πολυχρησιμοποιημένος όρος για να περιγράψει κάτι πολύπλοκο που εκ των υστέρων διαπιστώνεται πως δεν είναι λειτουργικό λόγω απουσίας κανόνων και λογοδοσίας. Αυτό άρα που χρειάζεται να μεταρρυθμιστεί είναι το «σύστημα».
Τρίτο ερώτημα: πώς; Η Ευρώπη βρίσκεται κατ' αρχήν στα κράτη της. Εξ αυτών δημιουργήθηκε και δεν μπορεί να βγει από την κρίση χωρίς αυτά. Αλλά αυτή η διαπίστωση απαιτεί προσοχή σε ορισμένα σημεία. Η μεταρρύθμιση του «συστήματος» είναι υπόθεση όλων των κρατών-μελών της ευρωζώνης και όχι μόνο δύο εξ αυτών, όσο αποφασιστικός κι αν είναι ο ρόλος τους στο εγχείρημα. Ο καθορισμός κοινών κανόνων (ενός κώδικα καλής δημοσιονομικής συμπεριφοράς), η επιλογή ενός «πιλότου» (ενός Ευρωπαίου υπουργού οικονομικών που θα συνεργάζεται με τους δεκαεπτά εθνικούς του ομολόγους), ο προσδιορισμός διαδικασιών δημοκρατικού ελέγχου (η θέσπιση μιας ad hoc κοινοβουλευτικής επιτροπής, που θα αποτελείται από τους προέδρους των οικονομικών επιτροπών των δεκαεπτά εθνικών κοινοβουλίων), όλα αυτά απαιτούν τη συναίνεση των «δεκαεπτά», που βραχυπρόθεσμα είναι πιθανή χωρίς αναμόρφωση των συνθηκών, που είναι πάντοτε μια άσκηση χρονοβόρα και τρομερά αβέβαιη. Μόλις επιτευχθεί η συμφωνία των «δεκαεπτά» σε ένα νέο, πραγματιστικό θεσμικό πλαίσιο της ευρωζώνης, θα χρειαστεί να συζητηθεί και στο επίπεδο των «είκοσι επτά», μεταξύ δηλαδή όσων επέλεξαν να έχουν το ίδιο νόμισμα και όλων των υπόλοιπων που διαμένουν στο «κοινό σπίτι». Η δυσπιστία των αγορών αφορά λιγότερο το ευρώ και περισσότερο τη συμπεριφορά των πολιτικών υπευθύνων της Ευρώπης, που αξιολογείται ως διστακτική και κατώτερη των περιστάσεων. Αυτό που αναμένουν οι αγορές, όπως κι οι πολίτες, είναι ως εκ τούτου μια απάντηση πολιτική. Κανείς ας μην αμφιβάλει πως οι κυβερνήσεις το έχουν συνειδητοποιήσει αυτό, πλήρως. Αλλά ο χρόνος πιέζει. Θα ήταν οδυνηρό αν οι νομιναλιστικές αντιπαραθέσεις στις οποίες τόσο συχνά εγκλωβιζόμαστε (π.χ. διακυβερνητική ή ομοσπονδιακή προσέγγιση) μας εμποδίσουν να αποφασίσουμε. Χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε πως αν η ευρωζώνη καταρρεύσει θα πρόκειται για φοβερή οπισθοδρόμηση, ανάλογη με την επιστροφή στις... καραβέλες, την εποχή της Αirbus! Χωρίς την Airbus η Ευρώπη θα βρισκόταν χωρίς «φτερά» και οι λίγοι εθνικοί κατασκευαστές που θα επιβίωναν θα λειτουργούσαν το πολύ ως υπεργολάβοι της Boeing. Το δίδαγμα της, συχνά χαοτικής, αλλά επιτυχημένης ιστορίας της Airbus, είναι πως για να υπάρξει επιτυχημένη δράση χρειάζεται από κοινού επαναπροσδιορισμός του τρόπου λειτουργίας όποτε αυτό είναι απαραίτητο, και ταχεία επίτευξη συμβιβασμών. Αυτές είναι οι προϋποθέσεις της επιβίωσης. Στο κεντρικό ερώτημα «μπορεί κάποιο κράτος από μόνο του να αντεπεξέρθει στην κρίση;» η απάντηση είναι αρνητική. Όλα τα υπόλοιπα βρίσκονται.
Ο Jean Picq είναι καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Παρίσι
ppol
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου